- εξαλβανισμός
- ο албанизация
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
εξαλβανισμός — ο [εξαλβανίζω] η μεταβολή σε Αλβανό ή σε κάτι αλβανικό … Dictionary of Greek
εξαλβανισμός — ο η μεταβολή κάποιου σε Αλβανό ή σε αλβανικό … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)